Στα πλαίσια του μαθήματος της γλώσσας, και με αφορμή τον εορτασμό της 17 Νοέμβρη ζητήθηκε από τους μαθητές της Στ τάξης να γράψουν μια δομημένη παράγραφο με θεματική πρόταση, σχόλια και κατακλείδα με θέμα:
«Η νύχτα του Πολυτεχνείου , όπως τη φαντάζομαι»
Η μαθητές περιγράφουν τη νύχτα του Πολυτεχνείου, όπως νομίζουν ότι θα τη βίωναν αν ζούσαν εκείνη τη μέρα. Άλλες φορές περιγράφοντας τα γεγονότα ως φοιτητές, ως στρατιωτικοί, ως αστυνομικοί, ως παιδιά..
πάντα πλημμυρισμένοι από συναίσθημα και από μια δόση υπερβολής..
μαθητής/τρια 1: Εκείνη η νύχτα ήταν φριχτή. Στις 1:45 το πρωί βγήκα έξω από το παράθυρο μου. Τα άρματα είχαν φτάσει. Χιλιάδες φοιτητές βρισκόταν στο Πολυτεχνείο και αθώοι εργάτες, μελλοντικά θύματα, στις άκρες του δρόμου φωνάζοντας «είμαστε αδέρφια!». Μόλις η πύλη έπεσε, όλοι έτρεχαν να σωθούν, έφυγα και εγώ από το σπίτι μου. Πήρα τα παιδιά μου και έτρεξα να σώσω τις ζωές μας, μαζί με τα παιδιά. Ελπίζω ποτέ να μην έρθουν πίσω τέτοιες στιγμές που θα καταστρέψουν εμένα ή τις επόμενες γενιές.
μαθητής/τρια 2: Σήμερα, 17 Νοέμβρη, οι ανώτεροι μου νυχτιάτικα με καλούν, ενώ δεν έχω βραδινή βάρδια. Βάζω βιαστικά τη στολή, το κράνος, παίρνω το ρόπαλο και την ασπίδα. Ένα φορτηγό της αστυνομίας μας μεταφέρει γύρω από τον χώρο των ταραξιών, όπως μας έλεγαν… Χαμός! Γρήγορα σχηματιστήκαμε και χωριστήκαμε σε ομάδες. Η μία που ήμουν κι εγώ μέσα σπρώχνει και συγκρατεί τους διαδηλωτές που μας πετάνε πέτρες και φωτοβολίδες. Νομίζοντας ότι κατέστρεψαν την πολυαγαπημένη Αθήνα εγώ αδιάκοπα τους σπρώχνω και τους χτυπώ. Μέσα στην ταραχή, το κράνος μου πέφτει και μια πέτρα πέφτει στο κεφάλι μου και ζαλίζομαι. Τα πάντα είναι θολά… θυμάμαι το άρμα να γκρεμίζει την πύλη και να πατάει ένα φοιτητή. Τέλος, θυμάμαι τους στρατιωτικούς να συλλαμβάνουν τους φοιτητές και να πολιορκούν τον πολυτεχνείο. Το επόμενο πρωί μετά δεν πίστευα τι έκανα.
μαθητής/τρια 3: Αγαπημένο μου ημερολόγιο είναι η πρώτη φορά που πηγαίνω στο σπίτι του θείου μου στην Αθήνα και εδώ γίνεται χαλασμός. Ανοίγουμε το ραδιόφωνο και κάτι φοιτητές προσπαθούν να επαναφέρουν τη δημοκρατία γιατί κυριαρχεί η χούντα. Ανοίγοντας το παράθυρο έξω, φωνές, συνθήματα, ξυλοδαρμοί, δακρυγόνα, επιθέσεις έχουν κυριαρχήσει στην Αθήνα. Μα οι φοιτητές δε το βάζουν κάτω, μάχονται για την ελευθερία μέχρι την τελευταία τους πνοή. Η μητέρα μου από δίπλα συγκινείται και τα μεγαλύτερα αδέρφια μου μαζεύουν εφόδια για τους φοιτητές. Μετά από λίγο έρχονται τα άρματα. Η γη τρέμει, οι φοιτητές παρακαλούν τους στρατιώτες να μην πυροβολήσουν
μαθητής/τρια 4: 17 Νοέμβρη. Ώρα 1:00. Ο Παττακός μας έδινε εντολές από τον ασύρματο. Μας έλεγε να ακολουθούμε τ’ άρματα. Εγώ, σαν ανθυπολοχαγός Δ’ μοίρας οδηγούσα τους δεκανείς. Κάποιοι από εμάς μας έλεγαν, εμάς τους μόνιμους, ότι αυτό είναι σκάνδαλο! Εμείς όμως είχαμε μεθύσει από το ετοιμοπόλεμο κλίμα και δεν τους ακούγαμε. Καθώς βλέπαμε από μακριά το χάος που σαν «πρόβατα» θα χωνόμασταν κι εμείς , μείναμε παγωμένοι. Ο Παττακός μου έλεγε να πάμε κι όποιον πάρει ο χάρος! Όμως ξαφνικά ένα τανκ έσπασε τη μεγάλη καγκελόπορτα του Πολυτεχνείου και αρκετοί φοιτητές βρέθηκαν από κάτω του. Φωνές, καπνογόνα πυροβολισμοί, αίματα! Η ζωή πέρασε μπροστά από τα μάτια μας. Ώρα 2:00. Είχαμε μπει μέσα. Χτυπήσαμε φοιτητές, σκίσαμε πανό. Κάψαμε τα μπάζα. Σε δευτερόλεπτα, όλα ερήμωσαν. Γυρίσαμε στις φυλακές. Δε σκεφτόμασταν τίποτα. Εμείς ζούσαμε, η ψυχή μας είχε πεθάνει…